- παρασημεῖον
- παρασημ-εῖον, τό,A counterfeit seal,
σημεῖα παρασημεῖα Pl.Com. 77
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σημεῖα παρασημεῖα Pl.Com. 77
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
παρασημείον — τὸ, Α παραποιημένη, παραχαραγμένη σφραγίδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + σημεῖον] … Dictionary of Greek
παρασημεῖα — παρασημεῖον counterfeit seal neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)